Αρχαία Χρόνια
Η αρχαία πόλη της Ανθηδόνας ήταν χτισμένη στη παραλία των Λουκισίων, 15 χλμ από την Χαλκίδα, στα παράλια του βορείου Ευβοϊκού κόλπου. Το όνομά της, σύμφωνα με τον Παυσανία, προέρχεται από την νύμφη Ανθηδόνα.
Πρώτη αναφορά στην πόλη κάνει ο Όμηρος στην Ιλιάδα, στον κατάλογο των πλοίων. Αναφέρεται σε αυτή ως "εσχατόωσαν", που σημαίνει η πιο απομακρυσμένη πόλη των Βοιωτών. Η πρώτη κατοίκηση της περιοχής έγινε τους Μυκηναϊκούς Χρόνους (16ος αιώνας π.Χ.) και ήταν συνεχόμενη μέχρι τους Παλαιοχριστιανικούς (6ος αιώνας μ.Χ.).
Η Ανθηδών αποτελούσε επίνειο των Θηβών στο βόρειο Ευβοϊκό. Σημαντικό μυθολογικό πρόσωπο από την Ανθηδόνα ήταν ο Γλαύκος ο Ανθηδόνιος, γνωστός και ως Γλαύκος ο Πόντιος ή ο Θαλάσσιος. Ο Γλαύκος ήταν ένα είδος Τρίτωνα, από τη μέση και πάνω άνδρας και από την μέση και κάτω ψάρι. Είχε το χάρισμα της προφητείας, το οποίο ασκούσε στις διαταγές του Νηρέα. Στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Χαλκίδας σώζεται νόμισμα που φέρει στη μία του όψη τον Γλαύκο.
Σύμφωνα με τον Παυσανία, στο κέντρο της πόλης υπήρχε ναός αφιερωμένους στους Καβείρους, θεότητες ιδιαίτερα γνωστές από την λατρεία τους στη Σαμοθράκη και τα Καβείρια Μυστήρια που λάμβαναν μέρος εκεί. Επίσης υπήρχαν ιερά στη Δήμητρα και στο Διόνυσο. Μετά τον Α΄ Μυθριδατικό Πόλεμο και την μάχη του Ορχομενού (85 π.Χ.), ο Σύλλας, κατέστρεψε από τα θεμέλια την Ανθηδόνα.

Ο σημερινός οικισμός στην Ανθηδώνα
Ρωμαϊκά και Βυζαντινά Χρόνια
Η Ανθηδόνα ξανακτίστηκε και γνώρισε νέα ακμή επί Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, όπου εκμεταλεύτηκαν τα λιμάνια της Ανθηδόνας και των Σκροπονερίων. Η Ανθηδόνα ερήμωσε κατά τη διάρκεια των Βυζαντινών Χρόνων, όταν οι κάτοικοι της Ανθηδώνας, εγκατέλειψαν την παραλία και μετακινήθηκαν στα Λουκίσια, λόγω των πειρατικών επιδρομών που ευδοκιμούσαν εκείνη την εποχή.